ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΚΕΙΜΕΝΟ 28
- vlaxosalexandros20
- 21 Ιουν 2024
- διαβάστηκε 6 λεπτά

1
Αγαπητοί μου, αδελφές και αδελφοί ο άνθρωπος είναι μέρος της κτίσεως, η κοινωνία του μετά του Θεού δύναται να αποκατασταθεί μόνο δια της κτίσεως. Άνθρωπος και κτίση, σώζονται μαζί δια τούτο το ύδωρ του βαπτίσματος πρέπει να εξορκισθεί και να καθαρισθεί από τις δυνάμεις της άρνησης, προ της εισόδου του εις αυτό, ο υποψήφιος προς βάπτιση.
Η κατάδυση στο ύδωρ καθιστά το βάπτισμα αληθινό «ομοίωμα» του θανάτου του πιστού εν Χριστώ (Ρωμαίους -6-5-). Το ύδωρ γίνεται εικόνα της νέας ζωής της αναπλάσεως και αναδημιουργίας της εν Χριστό πραγματικότητας στη ζωή του. Κατά τον Άγιο Διονύσιο τον Α΄ αεροπαγίτη, το βάπτισμα είναι «τελετή Θεογενεσίας», που σημαίνει την εν Θεώ αναγέννηση του ανθρώπου.
Για «τόκον » ομιλεί και ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσεις λέει, « Ούτος ο τόκος δια πίστεως κυοφορείται δια της του βαπτίσματος αναγεννήσεως εις φως αναγεννάτε, τροφός τούτου η Εκκλησία γίνεται».
Το βάπτισμα είναι ακριβώς, βύθιση στη ζωή της Εκκλησίας η οποία εγκεντρίζει στο σώμα της στην καινή Θεανθρώπινη φύση της, είναι καινούργιο ανθρώπινο πρόσωπο, το εντάσσει στη ζωή και προσωπικής κοινωνίας των Αγίων.
Με το βάπτισμα συνεπώς και την αληθινή μετοχή του ανθρώπου στην καινή εν Χριστώ ζωή, εμβολιάζεται ο πιστός στο ήθος και τον τρόπο υπάρξεως της Εκκλησίας. Διότι το βάπτισμα είναι, ακριβώς όχι το τέλος άλλα η αρχή μιας πορείας, που κορυφώνεται στην τελείωση του πιστού, δηλαδή στη Θέωση του και την αυθεντική ένταξη του στο σώμα του Χριστού. Αυτό εκφράζει, μια ευχή της ακολουθίας.
«Απόδυσον αυτού την παλαιότητα, και ανακαίνισον αυτόν εις την ζω ην την αιώνιόν, και πλήρωσον αυτών την του αγίου σου Πνεύματος δυνάμεως, εις ένωσίν του Χριστού σου, ίνα μη κετι τέκνων σώματος αλλά τέκνων της σεις βασιλείας».
Το βάπτισμα καθ’ αυτό δεν εξασφαλίζει την σωτηρία, πάρα εισάγει και οδηγεί τον άνθρωπο εις την αρχήν της οδού της, εις την εν Χριστώ ζωή και άρα εις την εν Χριστώ σωτηρία.
Οι εξορκισμοί είναι μύηση του πιστού στον αγώνα κατά του διαβόλου και των μεθόδων του (Εφεσίους-6 -11 ).
Η πρώτη πράξη της χριστιανικής ζωής είναι μια απάρνηση μια πρόκληση, Κανένας δεν μπορεί να ανήκει στον Χριστό, αν πρώτα, δεν αντιμετωπίσει το κακό, και αν ύστερα, δεν ετοιμασθεί να πολεμήσει μαζί του για να ζήσει ο κόσμος. Η οδός δια της οποίας ο άνθρωπος απαιτεί μακρόν στάδιο προσευχής, νηστείας, και μαθητείας εις τα διδάγματα του Χριστού και των Προφητών. Ευχή αγιασμού του ύδατος,
«Συντριβήτωσαν υπό την σημείωσιν του τύπου του τιμίου Σταυρού σου πάσαι αι εναντίαι δυνάμεις (τρίς).
Υποχωρησάτωσαν ημίν πάντα τα εναέρια και αφανή είδωλα, και μη υποκρυβήτω τω ύδατι τούτω δαιμόνιον σκοτεινόν, μηδέ συγκαταβήτω τω βαπτιζομένω (τη βαπτιζομένη), δεόμεθά σου, Κύριε, πνεύμα πονηρόν, σκότωσιν λογισμών καί ταραχήν διανοίας επάγον».
Το νερό είναι το φυσικό σύμβολο της ζωής, το ύδωρ του βαπτίσματος παρασταίνει, την ύλη του κόσμου, τον κόσμο ως ζωή του ανθρώπου την ύλη του κόσμου.
Η ευλογία του νερού σημαίνει τη λύτρωση ή την επιστροφή της ύλης στο αρχικό της νόημα, ως μέσο κοινωνίας με το Χριστό.
2
Η κτίση αναδημιουργείται, έτσι στο ύδωρ που γίνεται τάφος και μήτρα, θάνατος και ζωή. Γι’ αυτό η Ορθοδοξία, όπου υπάρχει, επιμένει θεοφιλώς στην πλήρη κατάδυση του βαπτιζομένου, την αληθινή δηλαδή βάπτιση. Η τριπλή κατάδυση και ανάδυση στο νερό του βαπτίσματος δεν είναι τύπος ή αλληγορία διδακτική, άλλα αισθητή εμπειρία ενός πραγματικού γεγονότος. Με το βάπτισμα η ανθρώπινη ύπαρξη παύει να είναι αποτέλεσμα βιολογικής αναγκαιότητας. Σε αντίθεση με τη φυσική γέννηση που συνιστά μια βιολογική μονάδα υποταγμένη στα δεδομένα της φύσης. Το βάπτισμα συνιστά την ανθρώπινη ύπαρξη στην ελευθερία από τη φυσική αναγκαιότητα, στην προσωπική ετερότητα που υφίσταται μόνο ως εκκλησιολογική υπόσταση κοινωνίας και αγαπητικής σχέσης.
Το βάπτισμα είναι ο θάνατος της εγωπάθειας και της αυτάρκειας, διότι είναι το ομοίωμα του θανάτου του Χριστού, επειδή ο θάνατος του Χριστού είναι τούτη, η δίχως όρους εαυτό παράδοση .
Το σώμα φορέας του θανάτου ( Ρωμαίους-7-24)χρειάζεται νέα γέννηση (αναγέννηση) για να αποδεσμευθεί από το θάνατο
( Α, Πέτρου-1-3-23). Η κολυμβήθρα, συνέχεια του αρχαίου βαφτιστηριού λειτουργεί ως μήτρα της αναπλάσεως.
Ο βαπτιζόμενος βγαίνει από την κολυμβήθρα κατά χάρι Χριστός με αναγεννημένη φύση και με μητέρα την Εκκλησία.
Η περί της Εκκλησίας ως μητρός διδασκαλία των Ελλήνων και Λατίνων Πατέρων και Εκκλησιαστικών συγγραφέων των δύο πρώτον αιώνον.
Το δώρο που λαμβάνει κανείς με το βάπτισμα καλείται στο να αυξήσει σε χριστιανικό φρόνιμα, ζώντας τη ζωή της εκκλησίας. Διότι μόνο έτσι μετά τη φύση, αγιάζεται και η ατομική του ετερότητα του ανθρώπου, ο οποίος, ελεύθερος από τις ενάντιες δυνάμεις, μετά φόβου και τρόμου κατεργάζεται την εαυτό σωτηρία
(Φιλιππισίους - 2-12). Διαφυλάσσοντας την νέα φύση που έλαβε με το βάπτισμα και αγωνιζόμενος να αυξηθεί «εις άνδρα τέλειον , εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού Εφεσίους -4-13».
Να γίνει Χριστός (κατά χάρι ) με την μόρφωση του Χριστού εν αυτό. (Γαλάτας-4-19) τη δύναμη που δίνει η σφραγίδα της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος, το χρίσμα είναι η βεβαίωση του βαπτίσματος από το Άγιο Πνεύμα.
Το Άγιο Πνεύμα δίνει στον βαπτισθέντα τη νέα ζωή, διότι αυτό είναι η καινή ζωή ως προσωπική πεντηκοστή του πιστού που χρίζει όχι μόνο το σώμα αλλά ολόκληρή την ύπαρξή του, ώστε να γίνει ο άνθρωπός Ναός Θεού, απαιτεί συνεχή και αδιάκοπο αγώνα. Διότι μετά το βάπτισμα δεν παύει, ο άνθρωπος, μολονότι μέλος του σώματος του Χριστού, να υπόκειται στο κίνδυνο της πτώσεως και της αποκοπής του από το σώμα. Για αυτό ευχόμεθα «ρήσε τον βαπτισθέντα από του πονηρού και πάντων των επιτηδευμάτων αυτού». Για αυτό συνεχίζει τον πνευματικό του αγώνα στην κοινωνία της Εκκλησίας, με τη μετοχή του στα άλλα μυστήρια της και κυρίως τη Θεία Ευχαριστία. Με το χρίσμα ο προσερχόμενος στην Εκκλησία, δεν μετέχει απλός στις δυνατότητες της κοινής αναγεννημένης φύσης του σώματος του Χριστού αλλά σφραγίζεται με τη σφραγίδα της προσωπικής υιοθεσίας.
3
Την τυραννία της αμαρτίας και του διαβόλου στη ζωή του αντιμετωπίζει ο πιστός με τις δυνατότητες που του προσφέρει η Εκκλησία, η σημαντικότερη από τις οποίες είναι η μετάνοια.
Άλλωστε η εν Χριστό ζωή είναι διαρκής αγώνας μετάνοιας και επιστροφής στη αγάπη και κοινωνία των αδελφών και τελικά στην υιοθεσία (γαλάτας-4-5).
Η μετάνοια ως αναγεννητική διαδικασία με κορύφωση της το μυστήριο της εξομολογήσεως, η μετάνοια είναι μία συνεχής μεταποίηση του θανάτου σε ανάσταση. Μετοχή στο θάνατο και την ανάσταση του Χριστού, αναγέννηση του προσώπου στην ελευθερία από τη φυσική αναγκαιότητα. Ενώ η αμαρτία ως παρέκκλιση από την πορεία της τελειώσεως, οδηγεί τον άνθρωπο σε πτώση από τη ζωή της Εκκλησίας, αφού συνιστά ακριβώς άρνηση αυτής της καινής ζωής. Η μετάνοια είναι η οργανική επανένταξη στο ζωοφόρο σώμα της Εκκλησίας. Η Ακολουθία των εξομολογούμενων και όλες οι συναφείς ευχές που προσφέρει το Ευχολόγιο, φανερώνουν τη φιλανθρωπία του Θεού και της Εκκλησίας.
« Ο Θεός ο Σωτήρ ημών ο δια του Προφήτου σου Νάθαν μετανοήσαντα τω Δαυίδ επί τοις ιδίας πλημμελήμαση άφεσίν δωρησάμενος και του Μανασσή την επί μετάνοια προσευχή δεξάμενος αυτού. Και τον δούλων σου (τάδε) μετανοούν τα εφ΄οις έπραξε πλημμελήμασι, προσδεξαι τη συνήθη σου φιλανθρωπία, πάρωρών πάντα τα αυτώ πεπραγμένα, ο α φύεις αδικίας και υπερβαίνων ανομίας ».
Υπάρχουν Ευχές για τη λύση επιτιμίων, αλλά και Ευχές συγχωρητικές εις πάσαν αμαρτία και αφορισμών εις Τεθνεώτα αναγιγνωσκόμεναι παρά Αρχιερέως, (αυτό σήμερα δεν τηρείται).
Έτσι πραγματώνεται ο λόγος του αναστάντα Χριστού «όσα εάν δέσητε επί γης έσται δε δεμένα εν τω ουρανό, και όσα εάν λύσετε επί της γης έσται λελυμένα εν τω ουρανό ( Ματθαίου 18-18).
Η Εκκλησία ευλογεί παράλληλα τις οδούς που ελεύθερα επιλέγει ο πιστός για τη τελείωση του, τον γάμο ή το μοναστικό βίο. Και οι δύο επιλογές μπορούν να χαρακτηρισθούν μυστήρια αγάπης με τελική αναφορά το Δεσποτικό Πρόσωπο του Χριστού.
Ο γάμος εφόσον παραμένει στην πνευματικά πλαίσια της Εκκλησιαστικής ζωής. Είναι ένωση που αποβλέπει εις Χριστό και εις την Εκκλησία. Έξω από αυτό τα πλαίσια ο γάμος δεν μπορεί να νοηθεί ως χριστιανικός, ως ένα εκκλησιαστικό γεγονός. Ουσιαστικά τον πρώτο γάμο Θεωρεί ως γνήσιο γάμο η Εκκλησία. Πριν από την Ακολουθία εις δίγαμων, προτάσσονται ιδικές ευχές περί δίγαμων
« Ιλάσθητι ταις ανομίες τον δούλο σου ότι τον καύσωνα και το βάρος της ημέρας και της σαρκός την πύρωσίν μη ισχύοντες βαστάζειν, εις γάμον δεύτερα κοινωνία συνέρχονται.
Ο δίγαμος δεν στεφανούται, άλλα επιτιμάται να μη μεταλάβει των αχράντων Μυστηρίων δυο έτη, οδέ τρίγαμος πέντε. Και άλλη ευχή
« Κύριε επίδε επί τους δούλους σου (τα ονόματα) και επίχεε επ’ αυτούς την ευλογιά σου. Επανάγαγε την διαταραχθείσα ειρήνη και εμφυτεύσουν εις τας καρδίας αυτών την προς αλλήλους αγάπη δώσε αυτούς γαλήνη πνευματική και πολιτεία ανεπιβούλευτον ίνα εν ψυχική διατελούντες γαλήνη, απολαύσωσιν των οικείων σου αγαθών και δοξάζω σύ σε».
Στο επόμενο η συνέχεια.
Comments